SOOC
ΜΑΡΤΥΡΙΑ

«Νιώθαμε ότι καιγόμασταν»: Ο Στέργιος Μιναεμής βγήκε ζωντανός από το τρίτο βαγόνι του μοιραίου τρένου

Ο 28χρονος επέζησε από την τραγωδία στα Τέμπη και μοναδική του παρηγοριά είναι το γεγονός πως η αντίδραση του κόσμου μοιάζει πιο σφοδρή από ποτέ.

Με τον Στέργιο Μιναεμή, μιλήσαμε 2-3 φορές στο τηλέφωνο, μέχρι να καταφέρουμε να βρούμε λίγο χρόνο να τα πούμε για όσα έζησε το μοιραίο βράδυ της τραγωδίας στα Τέμπη. Τη δεύτερη φορά που τον κάλεσα, μου εξήγησε ότι είχε βγει έξω για να αγοράσει καινούρια ρούχα, αφού έπειτα από μία εβδομάδα στο νοσοκομείο και αφού όλα του τα υπάρχοντα είχαν καεί μέσα στο τρένο, δεν είχε τι να φορέσει.

Μόλις δέκα μέρες πριν, το βράδυ της 28ης Φεβρουαρίου, ο 28χρονος ο οποίος εργάζεται remotely ως web designer και ζούσε στην Αθήνα, έπαιρνε το τρένο για να βρει τον αδερφό του στη Θεσσαλονίκη, ώστε να βρούνε σπίτι και να ζήσουν εκεί.

«Ανέβαινα στη Θεσσαλονίκη για να βρω τον αδερφό μου και να νοικιάσουμε ένα σπίτι. Η δουλειά μου είναι στην Αθήνα, αλλά εργάζομαι ως web designer, οπότε δουλεύω απομακρυσμένα, δεν υπάρχει κάποιος λόγος να είμαι στην Αθήνα», εξηγεί. «Αποφάσισα λοιπόν να κρατήσω τη δουλειά μου στην Αθήνα αλλά να μετακομίσω στη Θεσσαλονίκη που μου αρέσει να ζω κι όποτε χρειάζεται να κατεβαίνω», θα προσθέσει, πριν του ζητήσω να γυρίσουμε σε εκείνο το βράδυ.

«Ήμουν στο τρίτο βαγόνι. Μέχρι τη στιγμή της σύγκρουσης δεν είχα αντιληφθεί κάτι παράξενο. Ξαφνικά είδα το παιδί που καθόταν απέναντι από μένα να πετάγεται από τη θέση του και κατάλαβα ότι κάτι έγινε», περιγράφει με ψυχραιμία. «Εκείνη τη στιγμή όμως δεν αντιλήφθηκα ακριβώς τι έγινε. Το πρώτο που σκέφτηκα ήταν ότι πετάχτηκε κάποιο σκυλί στις ράγες και φρενάραμε ή ότι κάποιο αμάξι διέσχισε τις ράγες και το εκτοπίσαμε».

Πολύ σύντομα, θα καταλάβαινε ότι η κατάσταση ήταν πολύ πιο δραματική. «Ακούστηκαν πολλά μπαμ. Στο δεύτερο, όταν άρχισαν να βγαίνουν σπίθες, να καίγονται τα καλώδια, καταλάβαμε ότι έχουμε εκτροχιαστεί».

Το μόνο που μπορούσε να σκεφτεί εκείνη τη στιγμή, ήταν το πώς θα σωθεί. «Φύγαμε από το βαγόνι από ένα τζάμι που έσπασε από το τρακάρισμα. Πηδήξαμε από δυο μέτρα ύψος. Μέσα είχε μαύρο καπνό από τα καλώδια, δεν ξέρω τι χημικά ήταν αυτά που καίγονταν, πήραμε 2-3 ανάσες και μετά νιώθαμε ότι καιγόμασταν εκεί μέσα».

«Έγινε η μεγάλη έκρηξη κατά την πρόσκρουση και μετά ξεσπούσαν πιο μικρές φωτιές. Στο δικό μας βαγόνι ξέσπασε η φωτιά από μέσα προς τα έξω».

Φυσικά, το ένστικτο της αυτοσυντήρησης οδήγησε τον Στέργιο στο να πηδήξει αμέσως έξω από το βαγόνι για να σωθεί.

«Από κάτω είχε παλιοσίδερα σπασμένα από τις λαμαρίνες και το σασί αλλά δεν είχαμε κάτι να σκεφτούμε, και στον 10ο όροφο να ήμουν θα πηδούσα, χωρίς ανάσα και με τα πάντα να καίγονται. Έξω υπάρχει μια ελπίδα, χωρίς πόδια ζω, μέσα δεν είχαμε καν οξυγόνο. Σκοτώθηκαν αρκετοί από το δικό μας βαγόνι, εγώ για να πω την αλήθεια δεν πρόλαβα να δω κάποιον που είχε χάσει τη ζωή του».

«Με το που πήδηξα έξω έβλεπα από μακριά την πίσσα του δρόμου και το φως από τους οδηγούς των ΚΤΕΛ που είχαν σταματήσει στο σημείο για να φάνε στην επιστροφή τους από Αθήνα και ήρθαν κι αυτοί αμέσως να βοηθήσουν».

Πηδώντας από το βαγόνι, ο Στέργιος άφησε πίσω του τα ρούχα και το κινητό του για να καούν, κάτι που φυσικά δεν έχει καμία σημασία μπροστά στο γεγονός πως βγήκε σώος από το τρένο. «Το κινητό μου έφυγε από τα χέρια στο τρακάρισμα και τα πράγματά μου κάηκαν όλα. Πήγε η μάνα μου στα Τέμπη στο τμήμα να τα πάρει και της είπαν ότι στο τρίτο βαγόνι έχουν γίνει όλα κάρβουνο κι ότι είμαι τυχερός που βγήκα ζωντανός από εκεί μέσα».

«Προχθές που γυρνούσε η μάνα μου, πέρασε ξανά από το τμήμα μήπως έχουν βρει κι άλλα πράγματα και της έδειξαν καμιά 15αρια κινητά που δεν τα είχε πάρει κανείς. Και δεν μπορώ να μη σκέφτομαι ότι αυτά τα κινητά ανήκουν σε παιδιά που δεν είναι πια στη ζωή, που οι γονείς τους δε βρήκαν τη δύναμη να πάνε να τα ζητήσουν».

Η στάση των ΜΜΕ

Ο Στέργιος

Από εκείνο το βράδυ, οι μαρτυρίες των επιζώντων, μαζί με τα ρεπορτάζ για το τι και ποιος ευθύνεται για την τραγωδία στα Τέμπη, έγιναν το πρώτο θέμα σε όλα τα ΜΜΕ. Ο Στέργιος όμως δεν έχει και τα καλύτερα να πει για τη συμπεριφορά αρκετών δημοσιογράφων.

«Έμεινα στο νοσοκομείο μια εβδομάδα σχεδόν και τα έβλεπα όλα στην τηλεόραση. Με έπαιρναν τηλέφωνο συνέχεια κι εμένα από τις εκπομπές. Η πρώτη ερώτηση που μου έκαναν ήταν πώς είμαι και η δεύτερη αν θέλω να βγω να μιλήσω». Όμως η συνέχεια δεν ήταν αυτή που περίμενε. «Τους έλεγα ότι είμαι μια εβδομάδα στο νοσοκομείο με τα ίδια ρούχα, ότι κάηκαν όλα μου τα ρούχα και μου απαντούσαν “έλα μωρέ από ατύχημα είσαι, βγες να φανεί το κρεβάτι του πόνου να βοηθήσεις την εκπομπή μας”».

«Υπήρξαν και άνθρωποι που ενδιαφέρθηκαν να μιλήσουμε σοβαρά και για τις πολιτικές ευθύνες, αλλά οι πιο πολλοί νοιάζονταν απλά για την εικόνα και αδιαφορούσαν για αυτό που τους έλεγα».

Όσο για τη στάση ορισμένων δημοσιογράφων συνολικά πάνω στο θέμα, ο 28χρονος είπε αυτό που αρκετοί από εμάς έχουμε σκεφτεί. «Από αυτά που κατάλαβα τις επόμενες μέρες, προσπάθησαν να πιέσουν και τους δημοσιογράφους να το ρίξουν στο ανθρώπινο λάθος».

Οι ευθύνες

SOOC

Το ανθρώπινο λάθος του σταθμάρχη, τα χρόνια ελλείψεων και ανοργανωσιάς, οι παραλείψεις της εταιρείας, η κυβέρνηση που άλλαξε τακτική και ζήτησε συγγνώμη. Από τη στιγμή του δυστυχήματος, το παιχνίδι της ευθύνης μοιάζει περισσότερο με κυνήγι της επικοινωνίας, παρά της ουσίας. Τον ίδιο τον Στέργιο πάντως, δεν τον ενδιαφέρει αυτή τη στιγμή ποιος φταίει και ποιος δε φταίει.

«Το ποιος φταίει και ποιος δε φταίει δεν είναι σίγουρα δεν είναι δική μου δουλειά να το πω. Αυτό που ξέρω είναι ότι όσα έχουν συμβεί είναι δουλειά τριών κυβερνήσεων και η τραγωδία αυτή έχει κινητοποιήσει όλο τον κόσμο, ανεξαρτήτως πολιτικών πεποιθήσεων. Σαν να λένε ειδικά οι νέοι “όχι κύριοι, τώρα είμαστε όλοι εναντίον σας”.

«Το κομμάτι του ανθρώπινου παράγοντα του σταθμάρχη και της εταιρείας είναι απλά τα δύο πρώτα στάδια, υπάρχουν πολλά στάδια ευθυνών από πίσω και ευτυχώς ο κόσμος το έχει καταλάβει. Εδώ στη Θεσσαλονίκη που τα βλέπω και τα ζω έγινε τεράστια πορεία. Τα παιδιά δεν μπορεί να τα φέρει κανείς πίσω, ίσως μια ελάχιστη παρηγοριά είναι ότι ο κόσμος μοιάζει να έχει πια ξυπνήσει».

Όσο για τη στάση της ίδιας της εταιρείας: «Από την εταιρεία δε με έχει πάρει κανένας τηλέφωνο. Τι να μου πει; Κάηκαν όλα μου τα υπάρχοντα, το λάπτοπ με όλη τη δουλειά μου μέσα, όλα μου τα ρούχα, το κινητό. Πώς θα κοστολογήσει τη ζημιά; Τώρα που βρήκα επιτέλους σπίτι θα συμβουλευτώ τον δικηγόρο μου για το αν θα δεχτώ την αποζημίωση που θα μου προτείνουν. Δε θα βγάλεις άκρη και δεν έχει και σημασία αυτή τη στιγμή».

Το μόνο βέβαιο για τον Στέργιο, και νομίζω πως αυτό είναι κάτι στο οποίο μπορούμε να συμφωνήσουμε όλοι, είναι πως το πρόβλημα είναι πολύ βαθύτερο.

«Το θέμα δεν είναι μόνο ο σιδηρόδρομος αυτή τη στιγμή. Πες ότι φτιάχνεται αύριο. Πιστεύεις ότι όλα τα άλλα στη χώρα δουλεύουν σωστά; Έχουμε πολύ περισσότερα προβλήματα και όλα ξεκινάνε από τη νοοτροπία, από τη μεγιστοποίηση του κέρδους με κάθε τίμημα. Όλα τα λεφτά που θα δοθούν σε αποζημιώσεις, είναι λιγότερα από αυτά που θα χρειάζονταν για να εγκατασταθούν τα συστήματα της τηλεδιοίκησης. Δεν πρόκειται λοιπόν για τιμωρία, αλλά για κίνητρο προς όλους να συνεχίσουν να κάνουν τα ίδια».

Κάπου εκεί ο Στέργιος έκλεισε το τηλέφωνο, αφού έπρεπε να μαζέψει το σπίτι που έμενε προσωρινά με τον αδερφό του, μιας και σε λίγες ώρες θα μετακόμιζαν στο νέο τους σπίτι. Στη φωνή του δεν μπορούσες να διακρίνεις την ανακούφιση ότι έζησε, αφού η οργή και η απογοήτευσή του για όσα συνέβησαν και ακολούθησαν το φρικτό δυστύχημα στα Τέμπη, υπερίσχυε.

Μια οργή και απογοήτευση που μοιάζει πιο συλλογική από ποτέ κι όπως είπε κι ο ίδιος, είναι ίσως το μόνο αισιόδοξο σημάδι μιας ανείπωτης τραγωδίας. Σε μια κανονική χώρα όμως, δε θα έπρεπε να ζούμε τέτοιες τραγωδίες για να απαιτούμε στοιχειώδεις αλλαγές.