©Locarno Film Festival
ΣΙΝΕΜΑ

Πώς είναι να διοργανώνεις ένα Φεστιβάλ εν μέσω πανδημίας;

Μήπως έπρεπε να γίνει όλο online; Μήπως έπρεπε να είναι παγκόσμιο και δωρεάν; Μήπως το σινεμά όπως το ξέραμε θα αλλάξει; Η καλλιτεχνική διευθύντρια του Φεστιβάλ του Λοκάρνο, μας μιλά για την υβριδική φετινή διοργάνωση, για το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, και για τη θέση του σινεμά στην ψηφιακή εποχή.

Φέτος το Λοκάρνο κάνει κάτι εντελώς διαφορετικό.

Πολλά Φεστιβάλ μπροστά στα δεδομένα της πανδημικής κρίσης αντιμετώπισαν βαθιά υπαρξιακά ζητήματα και κατέληξαν σε διαφορετικές αποφάσεις. Οι Κάννες ακυρώθηκαν αλλά η αγορά διεξήχθη online. Η Βενετία θα γίνει, πιο μαζεμένη και χωρίς οσκαρική εσάνς. Άλλα Φεστιβάλ πήγαν ψηφιακά, όπως το Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης. Άλλα ετοιμάζονται για παν ενδεχόμενο, όπως οι Νύχτες Πρεμιέρας.

Κι ακόμα και στις περιπτώσεις εκείνων που ακυρώθηκαν, όπως οι Κάννες, είχαμε παρολαυτά μια ιδιάζουσα ανακοίνωση ενός υποθετικού line-up. Σα να λένε, “αν είχε γίνει φέτος το Φεστιβάλ, αυτά θα διαλέγαμε”.

Το ελβετικό Φεστιβάλ του Λοκάρνο, ένα από τα μεγαλύτερα του κόσμου και μακράν το σημαντικότερο ως προς ένα πιο πειραματικό, αβάν γκαρντ σινεμά, κάνει κάτι εντελώς διαφορετικό από όλους.

Παρουσιάζει (από 5-15 Αυγούστου) μια υβριδική εκδοχή, με λίγες προβολές στην τεράστια και άκρως εντυπωσιακή ανοιχτή αίθουσα που καταλαμβάνει όλη την κεντρική πλατεία της πόλης. Αλλά και ένα ψηφιακό κομμάτι αληθινά πολυπρόσωπο. Που περιλαμβάνει ένα Διαγωνιστικό μικρού μήκους ταινιών (ανάμεσα στις οποίες μια ελληνική) και μια ματιά στην ιστορία του Φεστιβάλ.

Το Φεστιβάλ Locarno 2020 διεξάγεται από 5-15 Αυγούστου με ένα συνδυασμό προβολών για το κοινό σε ανοιχτή αίθουσα και ενός ψηφιακού τμήματος.

Στο online Διαγωνιστικό τμήμα ταινιών μικρού μήκους συμμετέχει και μια ελληνική ταινία, το ‘Τέλος του Πόνου’ της Ζακλίν Λέντζου.

Όσο για μεγάλου μήκους νέες ταινίες; Δε θα τις βρεις πουθενά. Το Λοκάρνο, υπό την καθοδήγηση της καλλιτεχνικής διευθύντριας Λίλι Χίνστιν, αποφάσισε να μην παρουσιάσει πρόγραμμα ταινιών μεγάλου μήκους φέτος, αντικαθιστώντας το με μια ευφυή και αληθινά συναρπαστική αντιπρόταση: Το -ας πούμε- Διαγωνιστικό τμήμα του Φεστιβάλ φέτος απαρτίζεται από μισοτελειωμένα πρότζεκτ, από ταινίες που ξεκίνησαν αλλά κάπου στην διαδρομή η παραγωγή του διεκόπη απότομα λόγω κορονοϊού. Οι δημιουργοί θα παρουσιάσουν τα πρότζεκτ, και 5 από αυτά θα λάβουν χρηματική ενίσχυση από το ελβετικό Φεστιβάλ, προς ολοκλήρωση του πρότζεκτ όταν αυτό είναι δυνατόν.

Με αφορμή την διεξαγωγή αυτής της εντελώς μοναδική περίπτωσης κινηματογραφικού Φεστιβάλ, μιλήσαμε μέσω Skype με την Λίλι Χίνστιν για το πώς πήραν αυτή την απόφαση, σε μια συζήτηση που γρήγορα εξελίχθηκε σε μια γενικότερη βουτιά στη θέση του σινεμά και των Φεστιβάλ στη σημερινή πραγματικότητα. Μιλήσαμε για την ουτοπική αποστολή του ίντερνετ, για τη συνάντησή της με το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και για το πώς τα κινηματογραφικά Φεστιβάλ θα επιβιώσουν στην ψηφιακή εποχή ως το φιλμικό αντίστοιχο των μεγάλων συναυλιών.

H καλλιτεχνική διευθύντρια του Λοκάρνο, Λίλι Χίνστιν

***

Πώς καταλήξατε σε αυτή την ιδέα για το φετινό πρόγραμμα και πώς εκπροσωπεί την αποστολή του Φεστιβάλ του Λοκάρνο;

Μάθαμε τέλος Απριλίου πως δε θα μπορούσαμε να εκτελέσουμε το Φεστιβάλ όπως συνήθως οπότε η πρώτη μας μεγάλη ερώτηση ήταν αν θα πηγαίναμε online όπως άλλα Φεστιβάλ εκείνο το διάστημα ή όχι. Μεγάλη συζήτηση με την επιτροπή επιλογής.

Πηγαίνοντας online βοηθάμε πράγματι τα φιλμ; Μήπως έχουμε θεοποιήσει την ιδέα της φυσικής προβολής επειδή αυτός είναι ο τρόπος που έχουμε συνηθίσει να κάνουμε τα πράγματα; Προσπαθήσαμε να κάνουμε βαθυστόχαστες σκέψεις και να αναρωτηθούμε όσο πιο πολλά ερωτήματα γινόταν, προσπαθώντας να μην προσκολληθούμε σε ιδεολογίες ή να στραφούμε ενάντια στο ψηφιακό χωρίς να το αναλογιστούμε καθόλου.

«Στη μουσική τα Φεστιβάλ και οι συναυλίες δεν σταμάτησαν όταν βγήκαν οι πλατφόρμες. Εμείς ως Φεστιβάλ θα έχουμε ένα τέτοιο στάτους».

Στο τέλος αποφασίσαμε να μην παρουσιάσουμε επιλογή ταινιών μεγάλου μήκους online τον Αύγουστο στην περίοδο του Φεστιβάλ. Αυτό εξαφάνισε το 80% του προγράμματος. Οπότε μετά σκεφτήκαμε πως αν πούμε απλώς ότι δεν θα πάμε online κι αυτό είναι όλο, υπήρχε κάτι να κάνουμε αντ’αυτού; Κι είχαμε την ιδέα να προσπαθήσουμε να συνεχίσουμε με κάποιο τρόπο την βαθύτερη αποστολή του Φεστιβάλ από τον οπτική μας, που είναι να υποστηρίζουμε το λανσάρισμα νέων ταινιών και δημιουργών. Σκεφτήκαμε πως εφόσον είμαστε ελβετικό Φεστιβάλ κι η Ελβετία είναι πλούσια χώρα, να χρησιμοποιήσουμε λίγα από αυτά τα χρήματα για να βοηθήσουμε σκηνοθέτες που τα φιλμ τους διακόπηκαν λόγω της πανδημικής κρίσης.

Πώς αντέδρασαν οι δημιουργοί και η βιομηχανία σε αυτή την ιδέα;

Είχαμε πολύ καλές αντιδράσεις από όλη τη βιομηχανία. Κοίτα, στο τέλος είναι μια μικρή σταγόνα στον ωκεανό της οικονομικής κρίσης. Η ενέργειά μας θα βοηθήσει τελικά 5 σκηνοθέτες και λάβαμε σχεδόν 550 πρότζεκτ. Και είχαμε και κάποια ακριβή κριτήρια ως προς το ποια πρότζεκτ μπορούσαν να προκριθούν. Γιατί δεν θέλαμε αυτό να είναι εξαρχής χρηματοδότηση, έπρεπε να έχει ήδη χρηματοδότηση. Έτσι τα πρότζεκτ που εξετάσαμε έπρεπε να είναι από το στάδιο της προπαραγωγής μέχρι το μοντάζ.

Δεν θέλαμε ούτε να είναι στο τέλος του post-production, δηλαδή σχεδόν τελειωμένο, όπου θα απομένει απλώς κάποιο εππλέον mixing κλπ. Δεν θέλαμε τέτοια. Αυτό μας άφησε με 500 περίπου διεθνή πρότζεκτ και 40 ελβετικά. Ακόμα λοιπόν κι αυτή η ενέργεια θα βοηθήσει μόνο 5. Αλλά αυτό που ακούσαμε από τη βιομηχανία ως αντίδραση ήταν η επίδραση της συμβολικής αξίας αυτής της πρότασης από εμάς, αυτής της πρωτοβουλίας. Επειδή είναι κάτι συναρπαστικό, δεν είναι κάτι παθητικό. Και νομίζω ο κόσμος του σινεμά το εκτίμησε αυτό.

Ποια είναι σήμερα η θέση αυτού του περιπετειώδους σινεμά που αναδεικνύει το Φεστιβάλ του Λοκάρνο; Μιλάμε ένα τοπίο που έτσι κι αλλιώς -ακόμα και πριν τις φετινές ακραίες συνθήκες- ήταν στο όριο μιας ριζικής αλλαγής χάρη στα νέα ψηφιακά δεδομένα, κάπου ανάμεσα στο φυσικό και στο ψηφιακό.

Αυτό που κάνουμε φέτος είναι να παρουσιάζουμε μια υβριδική εκδοχή του Φεστιβάλ, κάπου ανάμεσα στο φυσικό και στο ψηφιακό. Αρχίσαμε δουλειά τέλος Απριλίου χωρίς να ξέρουμε αν θα υπήρχε έστω πιθανότητα για φυσικό κομμάτι. Η ψηφιακή διάσταση δεν είναι κάτι συνηθισμένο για το Λοκάρνο όπως και για κανένα Φεστιβάλ στον κόσμο. Αυτό εγείρει πολλά θέματα.

Πρώτα, έχει νόημα να δεις το είδος των ταινιών που στηρίζει το Λοκάρνο online; Έχει νόημα να δεις το ‘Vitalina Varela’ online; Ταυτόχρονα βέβαια, πολλοί από εμάς ανακαλύψαμε πολλά αριστουργήματα βλέποντάς τα στην τηλεόραση σε ακόμα χειρότερες δηλαδή συνθήκες για να βλέπεις φιλμ. [γελάει]

Είπα λοιπόν πως αν είναι να πάμε online, θα ακολουθήσουμε μια ριζοσπαστική οδό και θα πάμε παγκόσμια και δωρεάν. Επειδή αυτή ήταν η αρχική σύλληψη πίσω από το ίντερνετ. Ως ένα ουτοπικό πρότζεκτ διαμοίρασης γνώσης έξω από κάθε όριο και σύνορο, ενάντια στο να έχει ιδιοκτήτη η γνώση. Κι ακόμα αυτό είναι που μου αρέσει και βρίσκω ενδιαφέρον στο ίντερνετ. Αν όμως το κάνεις αυτό, θέτεις μεγάλα ζητήματα για τα δικαιώματα. Κι όχι μόνο δικαιώματα αλλά και τη θέση των ντόπιων εργατών του καλλιτεχνικού τομέα της κάθε χώρας.

«Πηγαίνοντας online βοηθάμε πράγματι τα φιλμ; Μήπως έχουμε θεοποιήσει την ιδέα της φυσικής προβολής επειδή αυτός είναι ο τρόπος που έχουμε συνηθίσει να κάνουμε τα πράγματα;»

Αποφασίσαμε ας πούμε τελικά να πάμε online για μικρού μήκους φιλμ με Διαγωνιστικό τμήμα, γιατί σκεφτήκαμε πως θα βοηθήσουμε έτσι δημιουργούς, συνήθως νεαρούς, για τους οποίους το Λοκάρνο είναι τεράστιο σύστημα στήριξης για την καριέρα και για το μέλλον τους. Είναι διαφορετικό από το να προτείνεις μεγάλου μήκους ταινίες, που ανήκουν σε ένα άλλο οικονομικό οικοσύστημα.

Κάθε σκέψη που κάναμε είχε να κάνει με τους δημιουργούς. Μιλήσαμε με άλλα μεγάλα Φεστιβάλ όπως το Τορόντο για να τσεκάρουμε αν η επιλογή του Λοκάρνο δε θα απέκλειε ένα φιλμ από το να πάει στο Τορόντο. Όλο μας το σκεπτικό ήταν πώς θα βοηθήσουμε τους δημιουργούς.

Η σκηνοθέτης Λουκρέσια Μαρτέλ ('Ζάμα') είναι από τις συμμετέχουσες στο τμήμα The Films After Tomorrow με το φιλμ 'Chocobar' για τα πρότζεκτ που επλήγησαν από την πανδημία.
Η σκηνοθέτης Λουκρέσια Μαρτέλ (‘Ζάμα’) είναι από τις συμμετέχουσες στο τμήμα The Films After Tomorrow με το φιλμ ‘Chocobar’ για τα πρότζεκτ που επλήγησαν από την πανδημία.

 

Είχα μια πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση με τη Θεσσαλονίκη, που επίσης σκέφτεται πολύ το νόημα της κρίσης, του πώς θα προχωρήσουμε, κλπ. Και καθώς μιλούσα μαζί τους συνειδητοποίησα πως στο σκεπτικό και τη λογική μου, είχα ξεχάσει τελείως τα άλλα Φεστιβάλ και ιδίως τα πιο μικρά. Γιατί αν πας παγκόσμια, ξεχνάς πως για τα τοπικά Φεστιβάλ η θέση ενός φιλμ θα ήταν εθνική πρεμιέρα. Πρέπει ακόμα να σκεφτείς πως αν πάμε παγκόσμια και τζάμπα, θα υπάρχει φυσικά περιορισμένος αριθμός θεατών. Οπότε ένα Φεστιβάλ για παράδειγμα στο Μεξικό, αν έχουν εθνική πρεμιέρα με πες 1500 θεάσεις ανά φιλμ, ποιος ξέρει πώς θα χωριστούν; Μπορεί μόνο 100 να είναι στο Μεξικό.

Έχει νόημα κάτι τέτοιο; Αυτό εγείρει πολλά ενδιαφέροντα ερωτήματα. Εμείς μέσα από όλη αυτή τη διαδικασία σκεφτήκαμε πολλές ερωτήσεις που δεν μας είχαν προκύψει νωρίτερα. Για μένα το σημαντικό είναι να μπορούμε να φτάσουμε σε κάποιο άνθρωπο στην άλλη άκρη του κόσμου. Μια νέα από την Καμπότζη. Που δεν υπάρχει Φεστιβάλ εκεί αλλά θέλει κι εκείνη να δει καλλιτεχνικά φιλμ και θέλει να δει τι κάνουν νέοι σκηνοθέτες αλλά δε μπορεί να έχει πρόσβαση. Οπότε δεν με ενδιαφέρει και δεν έχει νόημα να πάς online αν είναι να είσαι περιορισμένος στη χώρα σου.

Συζητούσα με συναδέλφους πολύ πάνω σε αυτό το θέμα τον τελευταίο καιρό με αφορμή την ψηφιακή εκδοχή άλλων Φεστιβάλ. Ότι η μοναδικότητα μιας διοργάνωσης σαν ένα κινηματογραφικό Φεστιβάλ είναι πως αποτελεί κάτι περισσότερο από έναν τρόπο απλώς να δεις ταινίες, είναι ένας τόπος συνάντησης ανθρώπων, ταινιών, διαθέσεων και ιδεών για μερικές μέρες.

Ναι, ναι, ακριβώς αυτό. Γι’αυτό το λόγο ως Φεστιβάλ δεν μας απειλεί η ψηφιακή εποχή και ο νέος τρόπος σκέψης. Γιατί αυτό ακριβώς που είπες σημαίνει πως θα έχουμε για πάντα λίγο ως πολύ το στάτους μιας συναυλίας μέσα στην κινηματογραφική βιομηχανία. Στη μουσική τα Φεστιβάλ και οι συναυλίες δεν σταμάτησαν όταν βγήκαν οι πλατφόρμες. Εμείς ως Φεστιβάλ θα έχουμε ένα τέτοιο στάτους. Με καλεσμένους, με σταρς, με ανθρώπους που αγαπούν το σινεμά- αυτό είναι μοναδικό και δε μπορείς να το αντικαταστήσεις. Είμαστε τυχεροί, δεν απειλούμαστε.

«Αυτή ήταν η αρχική σύλληψη πίσω από το ίντερνετ. Ένα ουτοπικό πρότζεκτ διαμοίρασης γνώσης έξω από κάθε όριο και σύνορο, ενάντια στο να έχει ιδιοκτήτη η γνώση».

Κι επίσης νομίζω είμαστε η τέλεια γέφυρα ανάμεσα σε θεατές και αίθουσες. Μέσα από αυτό το στάτους του ζωντανού event μπορούμε να φέρουμε τη δυνατή εμπειρία της μεγάλης οθόνης σε κόσμο που δε θα το γνώριζε, σε νέους που διαλέγουν την προσωπική τους οθόνη αλλά δεν πάνε στα αλήθεια στο σινεμά, ίσως όμως να έρθουν σε ένα Φεστιβάλ για άλλους λόγους. Φυσικά όμως αυτό δεν αρκεί, και το πρόβλημα δεν είναι για τα Φεστιβάλ αλλά για τις αίθουσες. Τι θα κάνουν; Πώς θα επιβιώσουν; Πώς θα επανεφεύρουν τους εαυτούς τους; Δεν χρειάζεται να είσαι old school και ιδεαλιστής, πρέπει να αναγνωρίσεις ότι οι άνθρωποι βλέπουν ταινίες σπίτι οπότε πρέπει να κάνεις ψάξιμο για αυτό, σωστά; Είναι περίπλοκο κι αυτό. Νομίζω τα σινεμά και οι διανομείς αντιμετωπίζουν μια τεράστια μετάλλαξη κι είναι δύσκολο να εφεύρεις έναν νέο τρόπο που να δουλεύει για αυτούς.

Από το ανολοκλήρωτο πρότζεκτ 'Slevajaria' του Πορτογάλου σκηνοθέτη Μιγκέλ Γκόμεζ ('Tabu') που συμμετέχει στο πρόγραμμα The Films After Tomorrow.
Από το ανολοκλήρωτο πρότζεκτ ‘Slevajaria’ του Πορτογάλου σκηνοθέτη Μιγκέλ Γκόμεζ (‘Tabu’) που συμμετέχει στο πρόγραμμα The Films After Tomorrow.

Πριν κλείσουμε ήθελα να δώσω συγχαρητήρια για το εξαιρετικό περσινό Φεστιβάλ…

Ευχαριστώ, ευχαριστώ πολύ!

Το αριστούργημα του Πέδρο Κόστα κέρδισε το μεγάλο βραβείο και ήταν προφανώς μια πολύ σημαντική ταινία που βγήκε από το Φεστιβάλ. Αλλά αναρωτιόμουν αν υπάρχει ένα φιλμ ή σκηνοθέτης που νιώθεις ιδιαίτερη περηφάνια που αναδείχθηκε από το Φεστιβάλ.

Μμμμ…. Από τη μία είμαι πολύ περήφανη για ό,τι κάναμε για το ελβετικό σινεμά. Είμαι ξένη στην Ελβετία και δεν είναι εύκολο να συνδεθείς με μια εθνική κινηματογραφία. Η Ελβετία εξάλλου είναι μια πολύ μικρή χώρα με 3 γλώσσες, 3 πολύ διαφορετικές κουλτούρες αλλά μια πολύ δυνατή αίσθηση του να είσαι ένα έθνος, οπότε είναι ιδιόμορφο. Υπήρχαν μεγάλες προσδοκίες κι επίσης για εμένα πριν ακόμα γίνω προγραμματίστρια δεν με ενδιέφεραν τα ελβετικά φιλμ. Όλοι λέγανε τότε πως “α, το τάδε φιλμ είναι εδώ επειδή είναι ελβετικό”. Οπότε δεν πήγαινα ποτέ να τα δω. Είναι πρόβλημα, δεν πρέπει μια ταινία να είναι εδώ για διπλωματικό λόγο. Όμως είναι σημαντικό για τη βιομηχανία ένα Φεστιβάλ σαν το Λοκάρνο να είναι ένα μέρος όπου λανσάρεις τοπικές παραγωγές.

Οι Ελβετοί στην αρχή είχαν θυμώσει μαζί μου επειδή είπα δημόσια ότι δε θα διαλέξω ποτέ μια ταινία επειδή είναι ελβετική ή επειδή είναι από γυναίκα σκηνοθέτη, διαλέγω μόνο επειδή είναι καλή. Αλλά στο τέλος παρουσιάσαμε εξαιρετικά καλές ελβετικές ταινίες που αντικατοπτρίζουν ένα νέο κύμα πολύ ελεύθερο, ήμουν πολύ περήφανη για αυτό.

Και από την άλλη πλευρά η ερώτησή σου είναι δύσκολο επειδή όλο το τμήμα Filmmakers of the Present είναι αφιερωμένο σε αυτή την ερώτηση. Ήταν σκηνοθέτες που δουλειά τους ήδη ήξερα και αγαπούσα και ήμουν εξαιρετικά χαρούμενη να φέρω στο Λοκάρνο δίνοντάς τους κάποιες φορές επιπλέον φήμη. To ‘143 Sahara Street’ ας πούμε ή το ‘The Tree House’. Ή από το διεθνές ο ‘Πυρετός’ της Μάγια Ντα-Ρεν [σσ. που απολαύσαμε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης].

Κι ένα από τα αγαπημένα μου είναι από μια γαλλίδα, τη Ναντέζ Τρεμπάλ, για το πώς αντιπροσωπεύεις τον ερωτισμό και τη σεξουαλική επιθυμία, που είναι ήδη δύσκολο, και το το συνέδεσε με το ζήτημα της δύναμης στη δουλειά. Λέγεται ‘Douze Mille’.

*Το Φεστιβάλ Locarno 2020 διεξάγεται από 5-15 Αυγούστου με ένα συνδυασμό προβολών για το κοινό σε ανοιχτή αίθουσα και ενός ψηφιακού τμήματος που διατρέχει όλη την ιστορία της διοργάνωσης. Στο online Διαγωνιστικό τμήμα ταινιών μικρού μήκους συμμετέχει και μια ελληνική ταινία, το ‘Τέλος του Πόνου’ της Ζακλίν Λέντζου.

* Μπες στο νέο γκρουπ του Oneman και πολέμησε τις δύσκολες ώρες με όπλο σου την ποπ κουλτούρα.