FITNESS

Πρώτη φορά γυμναστήριο, στα 32. Αυτός ο καημός

Ένας δημοσιογράφος του Oneman γράφει για την πρώτη του φορά σε όργανα, διαδρόμους, βαράκια και σάκους του μποξ. Το σίγουρο είναι ότι γέλασε.

Δεν μπήκα ποτέ σε διαδικασία να κράξω το γυμναστήριο, σε αντίθεση με άλλα πράγματα που δεν κάνω ή δεν καταλαβαίνω πώς τα κάνουν, όπως το τσιγάρο για παράδειγμα. Ήμουν γενικά αποστασιοποιημένος και ψύχραιμος αναφορικά με το γυμναστήριο.

Έχω παίξει χρόνια μπάσκετ, την άλλη φορά έκανα γιόγκα και την παράλλη αϊκίντο (αν έχεις το Θεό σου), αλλά στο γυμναστήριο δεν πήγα ποτέ. Είχα φίλους που σκοτώνονταν στις μπάρες, αν είχα πιει καμιά κόκα κόλα παραπάνω και είχα κάνει κεφάλι τους υποσχόμουν ότι θα ξεκινήσω κι εγώ, αλλά μετά περνούσε η επίδραση και έκανα ότι δεν θυμάμαι τι είπα.

Θέλω να πω ότι το γυμναστήριο, παρότι δεν έβρισκα ποτέ ελκυστικό το να προπονείσαι χωρίς μια μπάλα στα χέρια, δεν το ‘χα γραμμένο στα μαύρα κατάστιχα. Πάντα ήθελα να ξεκινήσω. Με τον τρόπο μου. Και με την ένταση που θα μου επέτρεπα. Και με το μαλακό. Ε, και δεν ξεκινούσα ποτέ.

Ένα θέμα που με απασχολεί από τα μικράτα μου είναι ο θάνατος. Στα 32 λοιπόν, όντας 32 ολόκληρα χρόνια πιο κοντά σε αυτόν, στάθηκα μπροστά από τον καθρέφτη και θυμήθηκα μια διαιτολόγο που μου ‘χε πει, “έχεις δει τα χέρια σου; Είναι χέρια άντρα αυτά;”. (Μια χαρά είναι τα χέρια μου). Δεν με έστειλε η διαιτολόγος στο γυμναστήριο.

Πέρασα κάτι ωραιότατες εβδομάδες στο γυμναστήριο του Ρίκο και σκέφτηκα ότι αν ξεκινήσω ποτέ γυμναστήριο, θα ξεκινήσω εκεί. Λέγοντας ανάποδα αυτήν την πρόταση, ακούγεται και ως εξής: αν δεν ήταν το Golden Corner (που πρακτικά θα μπορούσα να κάνω ό,τι και όσο θέλω), δεν θα ξεκινούσα ποτέ γυμναστήριο.

(Φωτογραφίες: Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου-Watkinson)

Πότε ο Ρίκο, πότε ο Φοίβος (σ.σ. μέγας κόουτς του γυμναστηρίου) και πότε ο κόουτς Νίκος Γιδάκος φρόντισαν να θυμάμαι για πάντα την πρώτη φορά στο κωπηλατικό ή στο TRX ή στον διάδρομο. Φόρεσα τα καλά μου Bodytalk που κατέφτασαν στο γραφείο με ένα υπέροχο χαμό από χαλαρωτικά σλόγκαν τύπου ‘Respect your Limits’ ή, σε ελεύθερη απόδοση, “διασκέδασε τη γυμναστική άνθρωπέ μου, μην σκοτώνεσαι λες και σε κυνηγάνε εκατό!” και πήρα το δρόμο για τα βάθη της Καλλιθέας.

(τοποθέτηση βαρακίου)

Δεν είμαι μαθημένος σε φόρμες ούτε οι φόρμες είναι μαθημένες σε μένα. Τούτου δοθέντος, ο Φοίβος με έριξε σε έναν διάδρομο, πάτησε κάτι κουμπιά και χρειάστηκε να τρέξω. Το ζέσταμά μου ήταν είκοσι λεπτά στον διάδρομο. Αριστερά έγραφε τις θερμίδες που καίω. Στη μέση έγραφε τα χιλιόμετρα που καταπίνω και δεξιά την ταχύτητα με την οποία έτρεχα. Έτρεχα ίσιωμα στο level 5. Δεν θα ήταν πρόβλημα ούτε για τον 4χρονο ανιψιό μου.

Γενικά περπατάω πολύ και πάρα πολύ γρήγορα. Αν σκοντάψω περπατώντας, θα με βρει μεγάλο κακό. Χάρις στο πολύ περπάτημα, τα πρώτα δεκαπέντε λεπτά στον διάδρομο με τη μηδενική ταχύτητα, ήταν μια χαρά. Άρχισα να ιδρώνω στα τελευταία μέτρα, αλλά έσφιξα τα δόντια και συνέχισα. Πριν τερματίσω, κοίταξα γύρω μου και είδα αν μπορώ να κλέψω. Μπορούσα. Κανείς δεν θα έδινε σημασία αν έτρεξα δεκαεννιά ή είκοσι λεπτά. Είχα έρθει στο σωστό γυμναστήριο.

(Ρίκο μην ποζάρεις, για μένα γίνεται το θέμα)

Μετά με ανέλαβε ο κόουτς και με οδήγησε σε μια γωνία του γυμναστηρίου με άπειρα βαράκια στο δάπεδο. Τον ρώτησα μήπως δεν κατάλαβε κάτι καλά. Δεν πήγα στο γυμναστήριό τους για να παίξω μπουνιές με τον Ρίκο. Ή με κάποιον άλλον. Μου απάντησε ότι μια χαρά έχει καταλάβει και ότι χρειάζομαι ασκήσεις με βαράκια. Δεν ζήτησα να μάθω το όνομα κάθε άσκησης. Δεν με αφορούν οι ταμπέλες.

Στην αρχή μου είπε να πιάσω κάτι που έμοιαζε με βόμβα παλιάς κοπής και ζύγιζε δώδεκα κιλά. Το έπιασα. Μετά μου είπε, “έλα, άσε τα αστεία, εννοώ σήκωσε το”. Άφησα τα αστεία. Ένας κύριος, δεν ήθελε να το χαρώ και τόσο και έκανε ό,τι μπορούσε για να χαλάσει τη στιγμή.

(ό,τι μπορεί ο καθένας)

Στη συνέχεια, με έβαλε να ξαπλώσω με την πλάτη πάνω σε μια μπάλα, να σηκώσω τη λεκάνη, να φέρω δύο βαράκια στο ύψος του κεφαλιού και εναλλάξ να τα σηκώνω ψηλά, χωρίς να χαμηλώνω τη λεκάνη. Του είπα, “Νίκο, δε με βάζεις να παίξω μπουνιές με τον Ρίκο καλύτερα;”. “Να σου βάλω γάντια;”, μου απάντησε. Δεν σηκώνουν από πλάκα αυτοί εδώ…

Το αστείο με τα βαράκια ολοκληρώθηκε, αφού έκανα μερικά βαθιά καθίσματα με κάποια κιλά στα χέρια και αφού πήρα μερικές κάμψεις (που λέει ο λόγος) ισορροπώντας σε δύο βαράκια στο έδαφος. Ο κόουτς δεν με πίεζε τρομερά και γι’ αυτό είμαι εδώ σήμερα να σας αφηγούμαι τα καθέκαστα. Κατά έναν περίεργο τρόπο, περνούσα καλά. Δεν με πίεζε κανείς, δεν πίεζα κανέναν (ειδικά τον εαυτό μου), γελούσα, γελούσαν, δεν με πείραζε. Έπαιρνα αυτό το #trainforpleasure της Bodytalk και το έστελνα στον έβδομο ουρανό. Αδέρφια.

(δεν ξέρω αν φαίνεται ότι με κρατάει, αλλά με κρατάει)

Το δεύτερο κομμάτι της ‘πρώτης φοράς γυμναστήριο’ είχε ασκήσεις στα όργανα. Τι ωραία. Ούτε ένα δεν ήξερα πώς δουλεύει. Κάθισα σε ένα που λέγεται κωπηλατικό, έσπρωχνα μπροστά, με έβαζε σε τάξη ο προπονητής, έσπρωχνα σωστά μπροστά, έκλεινα τα χέρια, πάλι πίσω, πάλι ψηλά οι αγκώνες, πάλι κλείσιμο μπροστά. Χορογραφία σκέτη. Λεβέντικη.

Λίγο πιο δίπλα, δούλεψα στην πρέσα, δούλεψα στα πόδια, γελάσαμε πάλι, δούλεψα σε κάτι σαν το κωπηλατικό, μόνο που αυτή τη φορά έσπρωχνα προς τα πάνω. Το βασικό, παιδιά, είναι ότι γελάσαμε.

(γέλασα τέλος πάντων)

(δεν ξέρω πώς λέγεται αυτό που κάνω, αλλά διαπρέπω)

(εντάξει κόουτς, τώρα δεν γελάω ούτε εγώ)

Για αποθεραπεία, είχα δύο επιλογές. Δέκα λεπτά περπάτημα στον διάδρομο ή λίγες μπουνιές στον σάκο στο κέντρο του ρινγκ. Ε, είπαμε, περπάτημα ρίχνω κάθε μέρα. Διάλεξα τις μπουνιές στον σάκο. Ο κόουτς μου πρότεινε να βάλω γάντια για να μην τραυματιστώ, του είπα να μη λέει τέτοια και περάσαμε στο πρακτικό κομμάτι.

Οι βασικές εντολές του κόουτς ήταν πολλές. Ήμασταν στον πυρήνα του στοιχείου του, καταλαβαίνεις. Όρθιος και αταλάντευτος ο κορμός, κοφτά χτυπήματα με το δεξί και το αριστερό και οι αγκώνες κολλητά στο σώμα. Το χέρι δεν πρέπει να ταξιδεύει μέχρι να χτυπήσει το σάκο. Κοφτό χτύπημα και το χέρι κινείται σαν να βιδώνει μια βίδα στο ίδιο σημείο. Κάθε φορά. Με το δεξί ήμουν πολύ καλός.

(πολύ καλός)

Με το αριστερό ήμουν για κλάματα. Ξεκινούσα να ρίξω μπουνιά, ο αγκώνας άνοιγε, έπαιρνα μαζί τέσσερις πέντε τύπους που περίμεναν το τρένο από κάτω και μετά χτυπούσα το σάκο. Επιβεβαίωνα μέσα σε λίγα λεπτά ότι το καλύτερο πράγμα που μπορώ να κάνω με το αριστερό είναι να μην κάνω τίποτα.

(μιλάμε για κλάμα κανονικό)

Δεν ξέρω πόση αυθυποβολή χωράει σε όλο αυτό, και χωρίς κωμική διάθεση πια, μπορώ να υπογράψω όσες υπεύθυνες δηλώσεις θες: παρότι η πρώτη μου φορά στο γυμναστήριο συνέβη εμβόλιμα στο κανονικό μου πρόγραμμα (πήγα δουλειά το πρωί, γυμναστήριο το μεσημέρι και πάλι δουλειά το απόγευμα, πολύ καλό, μην το κάνετε), όλο αυτό το εξηντάλεπτο μου ‘φτιαξε τη μέρα. Και την επόμενη. Και τη μεθεπόμενη. Και μετά ξαναπήγα γυμναστήριο και η γυμναστική μου ‘φτιαξε και το βράδυ.

Φταίει ότι τα παιδιά είναι τόσο φίλοι μου ώστε να μπορώ να παρατήσω μια άσκηση στη μέση και να πω, “έλα, κρίμα είναι, μην χαλάμε και οι δύο το χρόνο μας”;

Φταίει ότι βαριέμαι συγκλονιστικά να ανταγωνιστώ οποιονδήποτε σε κιλά και squats; Φταίει ο έρωτας για ό,τι μου συμβαίνει; (Όχι, για άλλο σουξέ είναι hot τώρα η Λαίδη). Φταίνε όλα τα παραπάνω, αλλά κυριότερα, ότι τίποτα δεν μπορεί να φταίει σε ένα γυμναστήριο. Δεν είσαι στη δουλειά, δεν είσαι στο γήπεδο, δεν είσαι στο δρόμο.

Είσαι κάπου που πας για να περάσεις καλά μέσω της άσκησης. Μπορεί να μου πήρε 32 χρόνια να δοκιμάσω, αλλά δοκίμασα την καλύτερη δυνατή περίοδο. (Τώρα δηλαδή που μπορώ να χαζοφιλοσοφώ και να τα ρίχνω στο ότι μεγαλώνω). Θα επιστρέψω με καλύτερες αριστερές μπουνιές.

Μάλλον.