ΓΕΥΣΗ

Για specialty καφέ, λαχταριστά chicchetti και after office drinks στη Στοά Μπολάνη

Η άλλοτε σκοτεινή στοά στα χρόνια της κρίσης, έχει μεταμορφωθεί σε μία από τις πιο ζωντανές της πόλης, αποτελώντας καθημερινό πέρασμα για όσους κινούνται στο κέντρο της Αθήνας και πόλο έλξης για τους τουρίστες που κάνουν τη βόλτα τους.

Η άλλοτε σκοτεινή στοά στα χρόνια της κρίσης, έχει μεταμορφωθεί σε μία από τις πιο ζωντανές της πόλης, αποτελώντας καθημερινό πέρασμα για όσους κινούνται στο κέντρο της Αθήνας και πόλο έλξης για τους τουρίστες που κάνουν τη βόλτα τους.

Με δύο εισόδους (από την Κολοκοτρώνη και τη Βουλής), η Στοά Μπολάνη λειτουργεί ως συνδετικός κρίκος δύο πολυσύχναστων δρόμων του Συντάγματος. Στο εσωτερικό της έχει αναπτυχθεί ένα μοναδικό «μικροκλίμα», καθώς τα τελευταία χρόνια έχει δημιουργηθεί μία μοναδική γειτονιά με καφέ, μπαρ και μικρά μαγαζιά με εμπορικό χαρακτήρα. Η άλλοτε σκοτεινή στοά στα χρόνια της κρίσης, έχει μεταμορφωθεί σε μία από τις πιο ζωντανές της πόλης, αποτελώντας καθημερινό πέρασμα για όσους κινούνται στο κέντρο της Αθήνας και πόλο έλξης για τους τουρίστες που κάνουν τη βόλτα τους.

Πριν αποκτήσει η πόλη μεγάλα εμπορικά κέντρα, η στοά είχε ακριβώς αυτή τη λειτουργία. Οι παλιότεροι θυμούνται να συγκεντρώνονται εδώ μικρά μαγαζιά όπου οι Αθηναίοι έκαναν τα ψώνια τους παράλληλα με τις καθημερινές υποχρεώσεις τους. Στο πέρασμα του χρόνου και με το κέντρο της Αθήνας να αλλάζει συνεχώς πρόσωπα, η εν λόγω στοά αφέθηκε στη μοίρα της – όπως και πολλές άλλες – μέχρι που κάποιοι ρομαντικοί επέμειναν να της δώσουν μια ευκαιρία. Σήμερα, όσοι έχουν τις επιχειρήσεις τους εντός της, την αντιμετωπίζουν ως μία ξεχωριστή γειτονιά, «ένα μικρό χωριό», όπως θα πουν κάποιοι.

Οι λάτρεις του καφέ επισκέπτονται τακτικά το Kaya για να απολαύσουν ένα ποιοτικό espresso στο όρθιο, να δοκιμάσουν νέες ποικιλίες και να φύγουν με εφόδια για το σπίτι. Στα δέκα χρόνια λειτουργίας του espresso bar, ο Λάμπρος Ηριώτης και ο Αντώνης Γεωργακόπουλος έχουν δημιουργήσει ένα σταθερό δίκτυο Ελλήνων καφεκοπτών φέρνοντας καφέδες υψηλής ποιότητας. Εστιάζουν στην εποχικότητα (τον Μάρτιο έχουν την τιμητική τους οι Βραζιλίες) και φροντίζουν να υπάρχουν πάντα κάποιες λιχουδιές (όπως τα pasteis de nata του Bon Bon Fait Maison) που να συνάδουν με την ποιότητα του καφέ τους.

Λίγο πιο δίπλα, η Σοκολάτα 56, είναι το μαγαζί που – χωρίς υπερβολή – μύησε τους Αθηναίους στον κόσμο της σοκολάτας. Ξεκίνησε την πορεία του πριν από είκοσι χρόνια από μία άλλη στοά στην Ερμού 56, που οδηγεί στην Αγία Ειρήνη για να μεταφερθεί στη συνέχεια στη γειτονιά του Συντάγματος και τελικά το 2017 να ριζώσει στη σημερινή του θέση, χωρίς να αποχωριστεί το κινηματογραφικό του ντεκόρ.

Η Πελαγία Κοντζόγλου δεν κάνει εκπτώσεις στην ποιότητα, εδώ δεν χρησιμοποιούν σκόνες, μόνο αληθινές σοκολάτες. Φτιάχνουν κάθε ρόφημα με το χέρι στο μπρίκι, αφιερώνοντας τον χρόνο που απαιτείται πάνω από το γκαζάκι. Ο κατάλογος περιλαμβάνει 44 διαφορετικές ποικιλίες για να επιλέξεις αυτή που σου κλείνει το μάτι.

Οι ιδιοκτήτες των καταστημάτων της στοάς δείχνουν χαρούμενοι με τη γειτνίαση και τη συνθήκη που επικρατεί, παρομοιάζοντάς τη με ένα μικρό χωριό, μια ωραία γειτονιά με περιποιημένα μαγαζιά. Η Αγλαϊα Χατζημάρκου είναι υπεύθυνη του μπουτίκ καταστήματος 35N Cretan Distillery, που φέρνει στην καρδιά της Αθήνας το εκλεκτό κρητικό απόσταγμα. «Εμείς οι καθημερινοί λέμε τη στοά ‘το χωριό μας’. Γνωριζόμαστε όλοι μεταξύ μας, θα λείψει για λίγο ένας θα προσέξει ο άλλος το μαγαζί του. Δεν θα το είχαμε αυτό σε κάποιον άλλον δρόμο».

Στα ράφια του μαγαζιού φιγουράρουν τσικουδιές σε όλη τους την γκάμα. Η πολυποικιλιακή, η αρχοντική Syrah, η μονοποικιλιακή Malvasia di Candia Aromatica, η παλαιωμένη για 12 μήνες σε δρύινα βαρέλια και η τσικουδιά με μέλι αποτελούν τους καλύτερους εκπροσώπους του ρεθυμνιώτικου αποστάγματος που βρίσκει τη θέση του σε καλά εστιατόρια. Πρόκειται για ένα προϊόν γαστρονομικό, από την καρδιά της απόσταξης, όπως εξηγεί η Βίκυ Παλιοκώστα, Οινολόγος και εκπρόσωπος της 35Ν, που προτείνεται ακόμα και για food pairing.

Ακριβώς απέναντι, το Cicchetto Cantina αποτελεί την πιο πρόσφατη προσθήκη, καθώς άνοιξε τον περασμένο Μάιο. Ο Βασίλης Μητράκος και η σύζυγός του Ειρήνη Σταύρου έφτιαξαν με καντίνα – ντελικατέσεν με βενετσιάνικα τάπας και εκλεκτά προϊόντα με ονομασία προέλευσης. Βρήκαν το μαγαζί τους κάπως καρμικά, καθώς η Ειρήνη έχει περάσει αρκετά από τα παιδικά της χρόνια εδώ, όταν ο θείος της διατηρούσε μία αντικερί. «Κάτω, η στοά είχε μαγαζιά, τώρα είναι όλα κλειστά, αποθήκες. Ήταν το mall μας. Θυμάμαι ότι ζούσα εδώ μέσα, ερχόμασταν με τη μαμά μου, παίρναμε τυρόπιτες από τον Λομποτέση, υπήρχε καφετζής. Τώρα ξαναζώ με άλλες συνθήκες τα παιδικά μου χρόνια».

Στο μικρό και περιποιημένο μαγαζί τους συγκεντρώνουν όσα αγαπούν να τρώνε στο σπίτι τους. Προμηθεύονται το ψωμί από τον φούρνο του Τάκη, φέρνουν καρίκι Τήνου, κανιάκι Καστοριάς, κοπανιστή και λούζα Μυκόνου, σύγκλινο Μάνης, λαλάγγια από την Καλαμάτα, ελαιόλαδο από τις Κροκεές Λακωνίας, παστουρμά από την Κωνσταντινούπολη κι εκλεκτά ιταλικά αλλαντικά και τυριά.

Εδώ, θα πιεις το κρασί σου τσιμπολογώντας μικρές μπουκίτσες με προσούτο και βούτυρο, τσάτνεϊ πορτοκαλιού με σύγκλινο, κασέρι Καρδίτσας με παστουρμά, μετσοβόνε και σαλάμι Μιλάνου, γκοργκοντζόλα με μορταδέλα και χειροποίητη πάστα από φιστίκι Αιγίνης, με μπακαλιάρο και τη δική τους σκορδαλιά και τον signature συνδυασμό τους τόνο με κακάο. Οι τιμές είναι οικονομικές, θα την ευχαριστηθείς την έξοδό σου και θα φύγεις με νόστιμες λιχουδιές για το σπίτι.

Όταν ο Σταύρος Κασιώτης μετέφερε το μπαρ του από την οδό Λυκαβηττού στη Στοά Μπολάνη πριν από μία δεκαετία, έβλεπε παντού ενοικιαστήρια. Σήμερα, τίποτα δεν θυμίζει εκείνη την εποχή. To Low Profile παραμένει μία σταθερά σε ένα κέντρο που δεν κατοικείται παρά ελάχιστα, τουριστικοποιείται με γοργούς ρυθμούς και γεμίζει χώρους εστίασης που αλλάζουν χέρια και ονόματα.

Ανοίγει από το πρωί για καφέ αλλά οι θαμώνες του γνωρίζουν ότι εδώ θα απολαύσουν μια μεγάλη ποικιλία σε ουίσκι. Στο μπαρ υπάρχουν σταθερά 90 με 100 ετικέτες και ακόμα 20 που αλλάζουν, με τη λογική να μπορείς να δοκιμάσεις ό,τι θελήσεις. Υπάρχει μάλιστα η δυνατότητα για μισή μερίδα ώστε αν επιλέξεις κάτι πιο ακριβό να μην δεσμευτείς αν δεν σου ταιριάζει.

Το παλαιότερο κατάστημα ελληνικής τέχνης στην Αθήνα βρίσκεται μέσα στη Στοά Μπολάνη. Ο Διπλούς Πέλεκυς ιδρύθηκε το 1925 από τη ζωγράφο Φλωρεντίνη Καλούτση, η οποία μετά τις σπουδές της στο Λονδίνο επέστρεψε στη γενέτειρά της τα Χανιά κι από εκεί ξεκίνησε μία αξιοθαύμαστη πορεία στην παραδοσιακή κρητική τέχνη της υφαντικής. Σήμερα, η εγγονή της Κατερίνα Γράψα κρατάει στα χέρια της μια επιχείρηση – κειμήλιο που παρέλαβε από τη δική της μητέρα, και που το 2025 αναμένεται να κλείσει 100 χρόνια ζωής.

Το πρώτο κατάστημα της Αθήνας άνοιξε στην πλατεία Καρύτση για να μεταφερθεί στη συνέχεια στην οδό Βουλής κι από εκεί μέσα στη στοά. «Είκοσι χρόνια είμαι μέσα στη στοά, από το ζενίθ που ήταν τότε πήγε στο ναδίρ. Κάποτε εδώ δεν πατούσε άνθρωπος. Με τον ερχομό της εστίασης έχει πάρει τα πάνω της ως προς την κίνηση κι αυτό είναι καλό. Απλώς ξέρεις, δεν είμαστε πια το μικρό mall που ήμασταν κάποτε».

Έχοντας στα χέρια της μία τόσο πολύτιμη κληρονομιά όλα αυτά τα χρόνια, η Κατερίνα φροντίζει να φανεί αντάξιά της. Διατηρεί πλέον προσωπική σχέση με τους συνεργάτες της – όλοι μικροί χειροτέχνες – και φέρνει προσεγμένα αντικείμενα, κοσμήματα και διακοσμητικά. Η λαϊκή τέχνη αποτελεί ένα αγαπημένο της κομμάτι κι έτσι εδώ βρίσκεις μοναδικά παλιά πράγματα, από παραδοσιακά γιαννιώτικα κοσμήματα μέχρι τσεβρέδες και φορεσιές όπως τα σιγκούνια.

Βγαίνοντας προς την οδό Βουλής, το Barreldier και η περατζάδα έξω σε επαναφέρουν στο τώρα. Το άνοιξε πριν από εννέα χρόνια ο Mario Basso και είχε ταυτιστεί γρήγορα με τα ποιοτικά ποτά και cocktails. Η ωραία ξύλινη μπάρα χαρακτηρίζει τον χώρο. Αν καθίσεις μέσα βρίσκεσαι ξεκάθαρα σε ένα μπαρ, αν πιάσεις τραπέζι στη στοά τότε έχεις επιλέξει μία διαφορετική συνθήκη, σαν να βρίσκεσαι ανάμεσα σε δύο κόσμους.

Μια ματιά στο Αριστοκρατικόν και τις βιτρίνες με τις σοκολατένιες δημιουργίες και σαν να βυθίζεσαι στιγμιαία στο παρελθόν. Το ιστορικό ζαχαροπλαστείο άνοιξε το 1928, και παρά το γεγονός ότι δεν βρισκόταν ανέκαθεν εδώ, νιώθεις ότι είναι από τα ελάχιστα μαγαζιά που διατηρούν κάποιους δεσμούς με την παλιά Αθήνα. Η Στοά Μπολάνη είναι όντως ένα μικρό χωριό γεμάτο ζωή τις περισσότερες ώρες της ημέρας. Στον αντίποδα, η Στοά Εμπόρων απέναντι παραμένει δυστυχώς εγκαταλελειμμένη.